Τα "πεντακοσαράκια"
Τρεις ιστορίες ακριβώς πεντακοσίων λέξεων που κατάφεραν και διακρίθηκαν σε διαγωνισμούς σύντομου διηγήματος. Φαίνεται πως καταφέρνω και έλκω το ενδιαφέρον στις μυθοπλασίες μου όταν αυτές έχουν αυτό το σφριγηλό μέγεθος. Γνωρίζω πως οι φίλοι του ιστολογίου μου πιθανόν να τις έχουν ήδη διαβάσει αφού τις προώθησα στα κοινωνικά δίκτυα και μου εξέφρασαν την ευαρέσκεια τους. Μετά όμως από τόσο καιρό σιωπής στο "Φρούριο" (που πραγματικά σχεδόν πέρασε στη Λήθη) θεωρώ σκόπιμο να ξεκινήσω ξανά τις δημοσιεύσεις με αυτές τις ιστορίες. Εσείς θα κρίνετε εάν αξίζουν το ενδιαφέρον σας.
Ιστορία Τρίτη:
Η ιστορία αυτή είχε ιδιαίτερους κανόνες που έπρεπε να ακολουθήσει για να κριθεί ικανή για να συμπεριληφθεί σε μια συλλογική έκδοση μιας πολύ εμπνευσμένης επιχείρησης που εμπορεύεται Ελληνικές μπύρες. Έτσι η Coffee24/Beer24/Wine24 προκήρυξε έναν διαδικτυακό διαγωνισμό συγγραφής με την ονομασία "Ιστορίες ζυθολογοτεχνίας", όπου οι συμμετέχοντες θα έπρεπε να συμπεριλάβουν στην πεντακοσίων λέξεων τους ιστορία τα ονόματα δέκα Ελληνικών μπυρών σωστά τοποθετημένων μέσα στη διήγηση.
Ομολογώ πως έκανα κάποια σημαντική ερευνητική εργασία και είχα την ευκαιρία να ξαναδιαβάσω τα σπαράγματα του συγκλονιστικού φιλόσοφου Εμπεδοκλή
και να εντάξω κάποια αυθεντικά αποσπάσματα στο κείμενο μου. Το οποίο δεν κατάφερε να κερδίσει την ευαρέσκεια (κοινώς τα "likes") του κοινού και να βραβευτεί (με σπάνιες μπύρες) αλλά εξασφάλισε την έκδοσή της στον πολύ προσεγμένο τόμο που εξέδωσε η επιχείρηση. Επίσης, είχα την τιμή να την διαβάσω (με στόμφο) στην παρουσίαση του βιβλίου που έκανε μαζί με τον εκδότη, ο φίλος συγγραφέας Χρήστος Κεσκίνης.
«Χάθηκε ο κόσμος να πάμε στην Ολυμπία; Εξάλλου, είναι απολύτως σίγουρο πως
πέρασε και από εδώ ο φιλόσοφος σου. Απήγγειλε στους Ολυμπιακούς Αγώνες»
«Πράγματι έβαλε έναν ραψωδό να τραγουδήσει τους Καθαρμούς του και διεμήνυσε πως “έρχεται σαν Θεός αθάνατος ανάμεσα τους, στολισμένος με ταινίες και θαλερά στεφάνια».
Να γιατί σας λέω πως δεν πρέπει να πηγαίνετε εκδρομή με φιλόλογους. Τουλάχιστον όχι εάν δεν έχετε στην παρέα σας έναν μηχανικό. Οι φίλοι μου είναι φιλόλογοι και εγώ γυμναστής. Τα ξέρουν όλα και έχουν εμμονές που θέλουν να σου εμφυσήσουν. Η «Κοινωνία των Φίλων», έτσι λέγεται ο περιηγητικός μας σύλλογος, σχεδίασε «σαφάρι» ιχνηλάτησης της πορείας του φιλοσόφου Εμπεδοκλή και ξεκινήσαμε το καλοκαίρι για την Ιταλία.
Φυσικά κανείς δεν είχε αντίρρηση για μια επίσκεψη στην «ομορφότερη από τις πολιτείες των ανθρώπων», όπως την έλεγε ο Πίνδαρος, τον Ακράγαντα, αλλά όχι και στην τρομερή Αίτνα. Δεν είχα καμία διάθεση να γκρεμοτσακιστώ στο έρεβος του
τρομερού ηφαιστείου για να βιώσω την έξαψη του φιλοσόφου
που πήδηξε στον κρατήρα της.
Στην κοπιαστική μας ανάβαση φορτωμένος με τον εξοπλισμό άκουγα τον Πυθαγόρα να εξηγεί το «περιεχόμενο» του ηφαιστείου.
«Ίσως συναντήσουμε τους ανέμους που φυλάκισε στις σπηλιές ο Αίολος. Ή μας προϋπαντήσει ο Εγκέλαδος που καταπλάκωσε ο Δίας στη Γιγαντομαχία ή, όπως λένε άλλοι, η Αθηνά η Νυκτία, η Κουκουβάγια δηλαδή». Μιλούσε χωρίς να αγκομαχάει. Άλλωστε όλα τα κουβαλούσα εγώ!!! Και οι άλλοι ήταν εξίσου ενθουσιασμένοι. Ο Μενέλαος απήγγειλε δυνατά στίχους του Εμπεδοκλή:
«Γιατί ήμουν εγώ κάποτε αγόρι και κορίτσι, πουλί και θάμνος και βουβό μέσα στο κύμα ψάρι».
Δεν άντεξα, και είπα: «Μήπως να τον αναζητούσαμε τότε στη Μύκονο. Έχει πολλούς διεμφυλικούς εκεί». Με κοίταξαν
και οι τρεις τους με οργή αλλά σαν την παλίρροια η
έκφραση τους γύρισε σε ένα χαμόγελο συγκατάβασης απέναντι στον ημιμαθή γυμναστή
φίλο τους.
Πόσο περήφανος θα ήταν ο Εμπεδοκλής αφού, έστω και χωρίς να το θέλουμε, βουτήξαμε και εμείς στο αβυσσαλέο ρήγμα που έχασκε πριν το χείλος του κρατήρα.
Σήμερα πιστεύω πως το χτύπημα στο κεφάλι μας προκάλεσε τις παραισθήσεις, όμως τότε ορκίζομαι πως οι νυχτερίδες βαμπίρ ήταν το φιλικότερο από τα τέρατα που ξύπνησε η πτώση μας. Μπροστά μας συντελέστηκε μια φρικτή μεταμόρφωση. Η σκοτεινή λίμνη σηκώθηκε φθάνοντας σχεδόν στο άνοιγμα της σπηλιάς. Ένα τέρας, άνθρωπος με κορμό φιδιού και κεφάλια δράκων στους ώμους του εξακόντιζε φωτιές από τα μάτια του.
«Είναι ο Τυφώνας», ψέλισε ο Πυθαγόρας.
«Θα του πετάξουμε και εμείς κεραυνούς όπως ο Δίας. Θα φτιάξω μολότωφ με μπουκάλια της μπύρας και το πετρέλαιο της λάμπας».
«Έφερες μπύρες!!! Και τα βιβλία;»
«Τον κακό σου τον φλάρο!!! Κινδυνεύει η ζωή μας».
Η αγάπη μου για τη μπύρα μας έσωσε. Οι «νέοι κεραυνοί του Διός» μας έδωσαν τον
χρόνο να βγούμε από το φωτισμένο σπήλαιο όσο ο Τυφώνας πάλευε με τις φλόγες..
Στην πλαγιά του βουνού, αναζητήσαμε μάταια μια στάλα μπύρα. Δώσαμε τη σιωπηλή υπόσχεση πως θα πιούμε όταν κατέβουμε στην Κατάννια, μέχρι να ξεχάσουμε ότι διαβάσαμε ποτέ.
Στη φρενιασμένη κατάβασή μας, έσκυψα να μαζέψω ένα χάλκινο στραβωμένο σανδάλι. Ποιος παράφρονας αναβάτης άραγε φόρεσε σανδάλια για να ανεβεί στην Αίτνα!!!
Τρεις ιστορίες ακριβώς πεντακοσίων λέξεων που κατάφεραν και διακρίθηκαν σε διαγωνισμούς σύντομου διηγήματος. Φαίνεται πως καταφέρνω και έλκω το ενδιαφέρον στις μυθοπλασίες μου όταν αυτές έχουν αυτό το σφριγηλό μέγεθος. Γνωρίζω πως οι φίλοι του ιστολογίου μου πιθανόν να τις έχουν ήδη διαβάσει αφού τις προώθησα στα κοινωνικά δίκτυα και μου εξέφρασαν την ευαρέσκεια τους. Μετά όμως από τόσο καιρό σιωπής στο "Φρούριο" (που πραγματικά σχεδόν πέρασε στη Λήθη) θεωρώ σκόπιμο να ξεκινήσω ξανά τις δημοσιεύσεις με αυτές τις ιστορίες. Εσείς θα κρίνετε εάν αξίζουν το ενδιαφέρον σας.
Ιστορία Τρίτη:
Με τον φίλο συγγραφέα Χρήστο Κεσκίνη και το "έπαθλο" |
Ομολογώ πως έκανα κάποια σημαντική ερευνητική εργασία και είχα την ευκαιρία να ξαναδιαβάσω τα σπαράγματα του συγκλονιστικού φιλόσοφου Εμπεδοκλή
Διαβάζοντας με στόμφο την ιστορία μου |
Το πέδιλο του
Εμπεδοκλή
"πέρασε και από εδώ ο φιλόσοφος σου" |
«Πράγματι έβαλε έναν ραψωδό να τραγουδήσει τους Καθαρμούς του και διεμήνυσε πως “έρχεται σαν Θεός αθάνατος ανάμεσα τους, στολισμένος με ταινίες και θαλερά στεφάνια».
Να γιατί σας λέω πως δεν πρέπει να πηγαίνετε εκδρομή με φιλόλογους. Τουλάχιστον όχι εάν δεν έχετε στην παρέα σας έναν μηχανικό. Οι φίλοι μου είναι φιλόλογοι και εγώ γυμναστής. Τα ξέρουν όλα και έχουν εμμονές που θέλουν να σου εμφυσήσουν. Η «Κοινωνία των Φίλων», έτσι λέγεται ο περιηγητικός μας σύλλογος, σχεδίασε «σαφάρι» ιχνηλάτησης της πορείας του φιλοσόφου Εμπεδοκλή και ξεκινήσαμε το καλοκαίρι για την Ιταλία.
"αλλά όχι στην τρομερή Αίτνα" |
Φυσικά κανείς δεν είχε αντίρρηση για μια επίσκεψη στην «ομορφότερη από τις πολιτείες των ανθρώπων», όπως την έλεγε ο Πίνδαρος, τον Ακράγαντα, αλλά όχι και στην τρομερή Αίτνα. Δεν είχα καμία διάθεση να γκρεμοτσακιστώ στο έρεβος του
"Στην κοπιαστική μας ανάβαση..." |
Στην κοπιαστική μας ανάβαση φορτωμένος με τον εξοπλισμό άκουγα τον Πυθαγόρα να εξηγεί το «περιεχόμενο» του ηφαιστείου.
«Ίσως συναντήσουμε τους ανέμους που φυλάκισε στις σπηλιές ο Αίολος. Ή μας προϋπαντήσει ο Εγκέλαδος που καταπλάκωσε ο Δίας στη Γιγαντομαχία ή, όπως λένε άλλοι, η Αθηνά η Νυκτία, η Κουκουβάγια δηλαδή». Μιλούσε χωρίς να αγκομαχάει. Άλλωστε όλα τα κουβαλούσα εγώ!!! Και οι άλλοι ήταν εξίσου ενθουσιασμένοι. Ο Μενέλαος απήγγειλε δυνατά στίχους του Εμπεδοκλή:
«Γιατί ήμουν εγώ κάποτε αγόρι και κορίτσι, πουλί και θάμνος και βουβό μέσα στο κύμα ψάρι».
"Ένα τέρας, άνθρωπος με κορμό φιδιού..." |
Πόσο περήφανος θα ήταν ο Εμπεδοκλής αφού, έστω και χωρίς να το θέλουμε, βουτήξαμε και εμείς στο αβυσσαλέο ρήγμα που έχασκε πριν το χείλος του κρατήρα.
Σήμερα πιστεύω πως το χτύπημα στο κεφάλι μας προκάλεσε τις παραισθήσεις, όμως τότε ορκίζομαι πως οι νυχτερίδες βαμπίρ ήταν το φιλικότερο από τα τέρατα που ξύπνησε η πτώση μας. Μπροστά μας συντελέστηκε μια φρικτή μεταμόρφωση. Η σκοτεινή λίμνη σηκώθηκε φθάνοντας σχεδόν στο άνοιγμα της σπηλιάς. Ένα τέρας, άνθρωπος με κορμό φιδιού και κεφάλια δράκων στους ώμους του εξακόντιζε φωτιές από τα μάτια του.
«Είναι ο Τυφώνας», ψέλισε ο Πυθαγόρας.
«Θα του πετάξουμε και εμείς κεραυνούς όπως ο Δίας. Θα φτιάξω μολότωφ με μπουκάλια της μπύρας και το πετρέλαιο της λάμπας».
«Έφερες μπύρες!!! Και τα βιβλία;»
«Τον κακό σου τον φλάρο!!! Κινδυνεύει η ζωή μας».
"Η αγάπη μου για τη μπύρα μας έσωσε" |
Στην πλαγιά του βουνού, αναζητήσαμε μάταια μια στάλα μπύρα. Δώσαμε τη σιωπηλή υπόσχεση πως θα πιούμε όταν κατέβουμε στην Κατάννια, μέχρι να ξεχάσουμε ότι διαβάσαμε ποτέ.
Στη φρενιασμένη κατάβασή μας, έσκυψα να μαζέψω ένα χάλκινο στραβωμένο σανδάλι. Ποιος παράφρονας αναβάτης άραγε φόρεσε σανδάλια για να ανεβεί στην Αίτνα!!!
Θεσσαλονίκη, Σεπτέμβριος 2017