Δευτέρα 9 Μαΐου 2016

Οι Σάτυροι Ζώντες

Οι Σάτυροι ζώντες (ή Οι Σατιρίζοντες)

Νέα Στήλη Σατιρικής Ποίησης


       
       Μια νέα ποιητική Στήλη με την ονομασία Οι Σάτυροι Ζώντες, εγκαινιάζουμε για να φιλοξενήσουμε τις σατιρικές δημιουργίες των συνεργατών του ιστολογίου. Τα ποιήματα δημοσιεύονται με την ορθογραφία του δημιουργού. Περιμένουμε τα σχόλια σας αλλά και τις δικές σας σατιρικές δημιουργίες, με το πραγματικό σας όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο. Τα εγκαίνια της Στήλης κάνει το ποίημα του συνεργάτη μας με το ψευδώνυμο Δημάρ, με τίτλο «Πλάτωνος Συνεχιστές» που καυτηριάζει τις συμπεριφορές και τις στάσεις που αναπτύσσονται στην κοινότητα των εκπαιδευτικών. Το  παραδίδουμε στην κρίση σας.  

 ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΣΥΝΕΧΙΣΤΕΣ


Αχ, κοινωνία πρόστυχη
Με όλα σου τα πάθη,
Σε ένα κλάδο μάζεψες
Όλο το κατακάθι.


Κρατούν βιβλία διάφορα
Μα λεν όλοι τα ίδια,
Κι’ αρμέγανε στο παρελθόν
Κατσίκια, αρνιά και γίδια.


Εις τα ψηλά δεν είν’ κανείς
Κι από την τρέλα απέχουν,
Σε όλα είναι μέτριοι
Ταυτότητα δεν έχουν.


Χαμογελάνε σπάνια,
Τα μούτρα μέχρι κάτω,
Στο κάθε τους συμβούλιο
Γίνονται άνω κάτω.


Φωνάζουν και διατείνονται
Πως είναι μορφωμένοι,
Στα αλήθεια είν’ αμόρφωτοι
Και μόνο σπουδαγμένοι.


Μοιάζουν οι Άνδρες μίζεροι
Μιλάνε με τις ώρες΄
Και Μπουμπουλίνες γκόμενες
Όλες γεροντοκόρες.


Νομίζουν έχουνε μυαλό
Που τριγυρνά σαν σβούρα,
Μα στην Ελλάδα είν’ αυτοί
«κοινωνική σαβούρα»


Σας έρθει προϊστάμενος,
Χτυπάει καραμούζα,
Ξεχνάν αυτά που λέγανε
Και κάθοντ’ όλοι σούζα.

Γονιό σαν δούνε κάθονται
Στο ένα πόδι μάλλον,
Τον μάγκα μόνο κάνουνε
Ο ένας με τον άλλο.


Χλευάστε με δασκάλες μου
Για να περνούν οι ώρες,
Δεν είναι όμως σύμπτωση
Που ‘στε γεροντοκόρες.


Άλλες τραβάτε Κύθηρα
Και άλλες στη Δονούσα,
Κι αν ήμουνα στη θέση σας:
«απλά θ’ αυτοκτονούσα».

Δημάρ
Άνδρος 2011 

Σάββατο 7 Μαΐου 2016

Παρουσίαση Βιβλίου: Η Νύχτα που Έβρεξε Μαχαίρια

Η Νύχτα που Έβρεξε Μαχαίρια

 του Βασίλειου Γιαννάκη

"Επί έναν ολόκληρο χρόνο, η Νάσια Καλαφάτη θεωρούνταν νεκρή. Όταν τελικά βρέθηκε λιπόθυμη από μια ομάδα ορειβατών, τα όσα είχε ζήσει κατά το διάστημα αυτό, είχαν διαγραφεί εντελώς από την μνήμη της. Ένα παράξενο τηλεφώνημα που δέχεται κάθε βράδυ, της προκαλεί έναν ανεξήγητο πανικό και την ωθεί στα όρια της τρέλας."


18,19,25.

Τι μπορεί να σημαίνουν αυτά τα νούμερα;


        
Το ατμοσφαιρικό εξώφυλλο
Καταρχάς να αναφέρω πως είμαι της άποψης πως αν δεν έχεις κάτι καλό να πεις, καλύτερα να σωπαίνεις. Δεν είμαι κριτικός, αλλά όταν μου αρέσει κάτι(στην προκειμένη ένα βιβλίο) θεωρώ πως πρέπει να το μοιράζομαι. «Η Νύχτα Που Έβρεξε Μαχαίρια» (Εκδόσεις Όστρια) ήρθε στην ζωή μου εντελώς ξαφνικά. Ένα απόγευμα είδα για την παρουσίασή του στον χώρο του πρώην κινηματογράφου Ανατόλια στον Μαλλιάρη-Παιδεία της Θεσσαλονίκης και σκέφτηκα ότι δεν έχω κάτι καλύτερο να κάνω.  Ήταν μία υπέροχη παρουσίαση από κάθε άποψη.  Τρία άτομα μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για το βιβλίο και τον –παρόντα- συγγραφέα.  Με έπεισαν να το αγοράσω και λίγες ημέρες μετά να το ξεκινήσω.
         Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι είχε πολλά να μου δώσει. Το πρώτο πρόσωπο του δίνει μια αμεσότητα που σε καθηλώνει. Δεν σε αφήνει να σταματήσεις το διάβασμα. Και ακόμη και όταν αφήνεις –αναγκαστικά- κάποια στιγμή το βιβλίο, όσα έχεις διαβάσει έρχονται ξανά και ξανά στο μυαλό σου. Σε στοιχειώνουν σαν φαντάσματα που δεν μπορείς να του ξεφύγεις.  Μέχρι να το πιάσεις ξανά στα χέρια σου και ο εφιάλτης να συνεχιστεί… Είναι σαν μία ταινία δράσης που μέχρι το τέλος της σε έχει δέσμιο. 

         
Ο συγγραφέας Βασίλης Γιαννάκης
Δυστυχώς(ή ευτυχώς) πάντα βάζω τον εαυτό μου στην θέση του ήρωα όταν διαβάζω ένα βιβλίο. Και σε αυτό το βιβλίο σχεδόν έτρεχα μαζί του σε κάθε σελίδα.  Σχεδόν ούρλιαζα: «πίσω σου» σαν την γιαγιά μου όταν έβλεπε "Καλημέρα Ζωή"! Οργιζόμουν και θύμωνα όταν…. όμως όχι. Δεν θα σας αποκαλύψω τίποτα από την υπόθεση. Θα σας αφήσω να πέσετε κι εσείς στα νύχια του και να σας αφήσει ένα κενό όταν τελειώσει. 
           «Η Νύχτα που Έβρεξε Μαχαίρια» είναι ένα βιβλίο τρόμου, στα χνάρια των μεγάλων του χώρου (Howard Philips Lovecraft, Arthur Machen, Edgar Allan Poe  κ.ά.) και μάλιστα θα τους έκανε περήφανους!  Όμως δεν είναι μόνο αυτό. Εκτός από τον πάντα παρόντα τρόμο, στις σελίδες του βιβλίου θα βρείτε αστυνομικό μυθιστόρημα, ρομάντζο, ακόμη και άψογες περιγραφές τοπίων! Είναι ένα ολοκληρωμένο έργο, που θα κάνει τους φίλους του τρόμου να περιμένουν με αγωνία την επόμενη δουλειά του Βασίλη Γιαννάκη

Χρήστος Κεσκίνης

Πέμπτη 5 Μαΐου 2016

Διήγημα: Το Ταξίδι Αρχίζει...

Το Ταξίδι Αρχίζει... 

Διήγημα του Χρήστου Κυρκενίδη

"Η δικιά μας είναι;"
    Βημάτιζε αμήχανα πέρα δώθε. Τα βήματά του ακούγονταν στο δάπεδο του προθαλάμου του χειρουργείου. Του χειρουργείου που βρισκόταν η γυναίκα του. Η μέρα είχε ξεκινήσει υπό πολύ διαφορετικές συνθήκες. Είχαν επισκεφτεί τον γιατρό για έναν τυπικό έλεγχο και αυτός τους είπε ότι πρέπει να την κρατήσουν. Ο τοκετός πλησίαζε. Βέβαια το ότι πλησίαζε τους το είπαν το πρωί, άλλα είχε βραδιάσει. Η κόρη τους σκόπευε να τους παιδέψει μέχρι να τη δουν.
Το μυαλό του το αισθανόταν σα την θάλασσα. Πλημμυρίδα και άμπωτη. Τη μια στιγμή ένοιωθε ότι σκεφτόταν εκατομμύρια πράγματα ταυτόχρονα και την επόμενη ότι ήταν εντελώς άδειο, σαν να μην είχε σκεφτεί ποτέ του τίποτα. Δεν ένοιωθε άγχος, ήταν από τη φύση του αισιόδοξος άνθρωπος, αλλά μια ανησυχία την είχε. Τις στιγμές της πλημμυρίδας στο μυαλό.
Τη στιγμή που τελείωνε τη χιλιοστή διαδρομή από τον ένα τοίχο στον άλλο, ακούστηκε ένα δυνατό και καθαρό κλάμα μωρού. Ήταν τόσο δυνατό και καθαρό που ακούστηκε μέχρι και έξω στο διάδρομο κάνοντας τη νεόκοπη γιαγια να ανοίξει την πόρτα και να ρωτήσει το γιο της με μάτια που γυάλιζαν από τα δάκρυα : «Η δικιά μας είναι;».
Μετά από λίγα λεπτά, μία νοσοκόμα έβγαλε την κόρη του από το χειρουργείο και τότε την είδε για πρώτη φορά. Είχε πυκνά μαύρα μαλλία και ορθάνοικτα μάτια που έμοιαζαν να σε κοιτάνε κατάματα. Ήταν ροδοκόκκινη και έμοιαζε σε αρκετά καλή κατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη το ζόρι που είχε περάσει μέχρι να γεννηθεί. Αλλά ήταν εκεί, γεννημένη και υγιέστατη, όπως υγιέστατη ήταν και η γυναίκα του, πέρα από την κούραση του πολύωρου τοκετού.
Η νοσοκόμα του είπε να έρθει μαζί της και πήγανε όλοι μαζί έξω στο διάδρομο, όπου οι γιαγιάδες και ο θείος την είδαν και αυτοί για πρώτη φορά. Χαρές και κλάματα. Έπειτα πήγανε στην αίθουσα των νεογνών. Η νοσοκόμα του είπε να περιμένει σε ένα δωματιάκι όπου υπήρχε μια τζαμαρία που του επέτρεπε να παρατηρεί την όλη διαδικασία. Πήραν την κόρη του, την έπλυναν, την σκούπισαν - λίγο βάρβαρα, όπως του φάνηκε, είναι η αλήθεια – και την ζύγισαν. Μετά, της έβαλαν και μελάνι στο ποδαράκι της και πήραν ένα μωρουδίστικο αποτυπωματάκι.
Όταν τελείωσαν όλα αυτά, τη φασκιώσανε και τη φέρανε στο μικρό δωματιάκι και χωρίς καμιά προειδοποίηση την έβαλαν στην αγκαλιά του. Στην αρχή ξαφνιάστηκε, μιας και δεν περίμενε να επιτρέπεται αγκαλιά σε μωρό λίγων λεπτών. Επίσης, φοβόταν ακόμα και να ανασάνει όσο την κρατούσε. Τότε εκείνη τον κοίταξε κατευθείαν μέσα στα μάτια, του έσφιξε το δάκτυλο με το χεράκι της και του χαμογέλασε. Το ταξίδι αρχιζει.


Χρήστος Κυρκενίδης