Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Διήγημα: "Σώσε τουλάχιστον το παιδί"

«Σώσε τουλάχιστον το παιδί»


Μια επιτυχημένη διάσωση

      
Ήταν βαρυφορτωμένο με ανθρώπους.
Το γκρίζο σκάφος του Λιμενικού ανεβοκατέβαινε πάνω στη ράχη των κυμάτων σαν επιδέξιος σέρφερ, ισορροπώντας στην κόψη τους χωρίς ποτέ να πέφτει στο χάσμα ανάμεσα στο επόμενο. Ήταν βαρυφορτωμένο με ανθρώπους. Κάθονταν παντού, σε κάθε σημείο του πλοίου. Στη γέφυρα του, ο αξιωματικός χειρίζονταν με επιδεξιότητα το τιμόνι, δυσκολεύονταν ωστόσο καθώς αυτό ακουμπούσε στα σώματα των προσφύγων. Αυτός, στέκονταν στην κουπαστή στο πλάϊ του σκάφους. Δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά και όταν άκουσε το κλάμα του μωρού και την αγωνιώδη γυναικεία κραυγή από τη μανιασμένη θάλασσα, πήρε το σωσίβιο και βούτηξε στα σκοτεινά νερά. Ο επικεφαλής πρόλαβε να ψελλίσει κάτι για να τον αποτρέψει, αλλά την ίδια ώρα γύρισε και κοίταξε αυτάρεσκα τους επιβάτες του. Αυτός είναι ο Έλληνας λιμενικός, σκέφθηκε, άξιος κάθε επαίνου και βραβείου, που ορμάει στα θηριώδη κύματα χωρίς να νοιάζεται για τη ζωή του ή για οτιδήποτε άλλο, μόνο για το πώς θα σώσει περισσότερες ανθρώπινες ζωές. Το στήθος του φούσκωσε από περηφάνια και… ναι, έπαρση, όταν φώναξε προς τον χειριστή:

«Πλησίασε τους όσο πιο πολύ μπορείς. Μόλις τους βρεις πρέπει να είμαστε έτοιμοι και κοντά».

    Και στρεφόμενος προς τον ναυαγοσώστη που ήδη είχε απομακρυνθεί αρκετά ούρλιαξε:

«Σώσε τουλάχιστον το παιδί»

   Τα λόγια αυτά ήταν λόγια ρεαλιστικά, με επίγνωση και πόνο ειπωμένα. Δύσκολα θα μπορούσε να σώσει κανείς οποιονδήποτε μέσα στη λυσσασμένη τρικυμία. Αν όμως κάποιος… αυτός ο εθελοντής ναυαγοσώστης, ο Ερμής, τα κατάφερνε, τότε θα έπρεπε, εάν δεν γίνονταν αλλιώς, να σώσει το μωρό. Τα παιδιά είναι το μέλλον της ανθρωπότητας, έτσι δεν είναι; Οι μεγάλοι μπορούν να προσπαθήσουν και ίσως τα καταφέρουν, τα βρέφη όχι. Ήξερε όμως ο Ερμής τι έπρεπε να κάνει. Είχε σώσει πάνω από δέκα ανθρώπους αυτές τις έξι μέρες που λυσσομανούσε η καταιγίδα στο Βόρειο Αιγαίο.
         Ο ήρωας κολύμπησε δυνατά χωρίς να νοιώθει ούτε το κρύο, ούτε την κούραση, κι’ ας ήταν ήδη δύο μέρες στη θάλασσα, γεμάτος έξαψη και μια τρομερή…… πείνα. Οι κραυγές και το κλάμα του μωρού δυνάμωσαν κοντά του και σαν να είδε ένα γυναικείο πρόσωπο μέσα στους αφρούς. Η μάνα κρατούσε με το ένα χέρι της το μωρό έξω από το νερό ενώ με το άλλο πάλευε να μείνει και η ίδια στην επιφάνεια. Κάθε τόσο ένα νέο κύμα τους εξαφάνιζε και τους έχανε από τα μάτια του για να φανούν λίγο αργότερα. Έφθασε γρήγορα κοντά τους και άπλωσε το χέρι του για να πιάσει το μωρό. Ήταν άλλωστε απόλυτη προτεραιότητα η ζωή του παιδιού. Εξάλλου η γυναίκα θα έπαιρνε το σωσίβιο που τραβούσε μαζί του.
          Πήρε το βρέφος από τη γυναίκα σφίγγοντας γερά το χεράκι του από τον ώμο. Το σκάφος ήταν τώρα κοντά τους, όμως παρά τα δυνατά φώτα των προβολέων του και τις φωνές του αρχικελευστή κανείς δεν μπορούσε να τους δει καθαρά. Ήταν σίγουρος πως η αφέγγαρη νύχτα, τα κύματα και ο ορυμαγδός από τη μηχανή, και τις φωνές δεν θα άφηναν κανένα να αντιληφθεί τι γίνονταν κάτω από το νερό. Εκτός, ίσως από εκείνη. Όταν ένοιωσε το τράβηγμα στο ρούχο της που την βύθιζε στην άβυσσο, τον κοίταξε με τα μάτια της να ανοίγουν υπερβολικά από την απόγνωση και τη φρικτή συνειδητοποίηση. Της φώναξε, όσο πιο δυνατά μπορούσε, για να τον ακούσουν οι άλλοι στο πλοίο και όχι η ίδια:

“It’s okay, give me your hand”.

           Όμως την ίδια στιγμή την τραβούσε δυνατά από το ρούχο προς τα κάτω και την κράτησε μέσα στο νερό τόσο όσο χρειάστηκε για να πνιγεί. Σε όποια γλώσσα και να μιλούσε εάν έσωζε αυτήν, κάποτε θα έλεγε πως ο ναυαγοσώστης σκότωσε το μωρό της, κάποιον θα έπνιγε, όχι και το αντίθετο. Το παιδί έπρεπε να σωθεί και αυτός να ….. ανακουφιστεί. Το κύμα πήρε μακριά το σώμα της την ώρα που το σκάφος έφθανε δίπλα τους και τα χέρια των συναδέλφων του απλώνονταν για να τον πιάσουν.

«Την έχασα ρε, δεν άντεξε, πάρε το μωρό, το μωρό».

«Μη σε νοιάζει τώρα, έσωσες μια ψυχή ακόμα, δώστο μου».

           Ο συνάδελφος του πήρε το βρέφος που κατάκοπο και παγωμένο είχε μείνει ακίνητο  και το σκέπασε με την ισοθερμική κουβέρτα. Ο ναυαγοσώστης ανέβηκε στο πλοίο μέσα σε χειροκροτήματα και σφυρίγματα. Του φάνηκε πως ίσως κάποιοι δεν τον χειροκροτούσαν αλλά τον κοίταζαν με γουρλωμένα μάτια από τον τρόμο. Μάλλον όμως  ήταν ιδέα του. Χαμογέλασε αυτάρεσκα. Ήταν πράγματι μια επιτυχημένη «διάσωση». Έσωσε το μωρό και γλίτωσε ο ίδιος από τον θανάσιμο λοιμό που τον κυνηγάει χρόνια. Σήμερα όμως χόρτασε το πάθος του.


Η έβδομη ημέρα της ξεκούρασης

          
Στην ακτή διαδραματίζονταν η γνωστή καθημερινή ιλαροτραγωδία.
Στην ακτή διαδραματίζονταν η γνωστή καθημερινή ιλαροτραγωδία. Ο κόσμος που συνωστίζονταν στις απόκρημνες όχθες του νησιού ήταν περισσότερος από όσους συνέρρεε στις πιο
in παραλίες του τις πιο ζεστές καλοκαιρινές μέρες. Όταν έρχονται οι φουσκωτές βάρκες με τους πρόσφυγες που καταφέρνουν να βγουν στη στεριά τις μέρες με καλοκαιρία αλλά και όταν φθάνουν οι διασωστικές λέμβοι του Λιμενικού  και κάποιων μεγάλων Μ.Κ.Ο., ορμάνε πάνω τους κατά εκατοντάδες οι εθελοντές. Κάποιοι από αυτούς αρπάζουν τα παιδιά ακόμη και από την αγκαλιά των σαστισμένων γονιών τους και βγάζουν φωτογραφίες και βίντεο μαζί τους. Είδε, έναν τέτοιο που απέσπασε από τα χέρια του συναδέλφου του το ορφανό προσφυγόπουλο και περιχαρής έβγαλε μερικές «σέλφι» με το ειδικό κοντάρι που κουβαλούσε. Πόσο γελοία ήταν η εικόνα!!! Αμέσως μετά άφησε το παιδί στα χέρια του λιμενικού για να προβεί στις απαραίτητες εκείνες ενέργειες που θα καθιστούσαν την «αβρόχοις ποσί» ανδραγαθία του κτήμα ες αεί της παγκόσμιας διαδικτυακής κοινότητας των φίλων του. Ας ήταν, έτσι ήταν καλύτερα.
             Στο απερίγραπτο χάος των εθελοντών και των απίθανων μη κυβερνητικών οργανώσεων που επικρατούσε σε όλα τα ελληνικά νησιά, στη Λέσβο, στη Λέρο, στη Χίο, στην Κω και παντού, ήταν σχεδόν αόρατος. Πέρα από την πρόσκαιρη λάμψη του απαράμιλλου ηρωϊσμού του, που δεν μπορούσε να αποφύγει εξάλλου, δεν ήθελε άλλο τα φώτα της δημοσιότητας πάνω του. Αποζητούσε φλεγόμενος μόνο εκείνες τις στιγμές που μετείχε της Θείας παντοδυναμίας. Όταν αφαιρούσε ανθρώπινες ζωές και τις στοίβαζε στο φρικτό φορτίο, του οποίου κρατούσε λεπτομερή λογαριασμό χρόνια τώρα, που έστελνε στον Άδη. Αυτός, ο ψυχοπομπός Ερμής που έκοβε τα εισιτήρια και οδηγούσε τη βαρυφορτωμένη βάρκα στην Αχερούσια λίμνη. Και το καλύτερο ήταν πως τον χειροκροτούν κιόλας γι’ αυτό. Τον άλλο μήνα, μάλιστα, θα τον βράβευε ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για την αυτοθυσία και τον αλτρουϊσμό του. Τι θεϊκή ειρωνεία!!!
            Αποχαιρέτησε τους συναδέλφους του που τον παρότρυναν να πάει να κοιμηθεί μερικές ώρες καθώς ήταν στο πόδι (του Χάρου, χε, χε!!!) έξι ολόκληρα μερόνυχτα. Χάϊδεψε το κεφαλάκι του μωρού που έσωσε (πράγματι!!!) μέσα σε εκκωφαντικά χειροκροτήματα και επευφημίες και κατευθύνθηκε στο τζιπ του. Οδήγησε μέχρι το ξενοδοχείο όπου είχε μισθώσει το Υπουργείο για την Οργάνωση του στο κέντρο της πόλης.
          Δεν ήταν καμιά ασήμαντη διασωστική Οργάνωση. Ήταν μία από τοις ελάχιστες πιστοποιημένες Μ.Κ.Ο. και μάλιστα καταγεγραμμένη στο Εθνικό Μητρώο Εθελοντών. Είχε υποβάλλει τη λίστα των εθελοντών της ενώ και ο ίδιος είχε συμπληρώσει την σχετική αναλυτική φόρμα. Είχαν δηλώσει τα πάντα, την πηγή χρηματοδότησής τους, τις αρμοδιότητές τους και το οργανόγραμμα τους καθώς και τα πλήρη στοιχεία των μελών τους. Καθώς έκανε μπάνιο σκεφτόταν πως ήταν θαυμάσιο που το νησί είχαν κατακλύσει τόσοι πολλοί αυτόκλητοι σωτήρες από όλον τον κόσμο. Ήταν βέβαια, σκέφτηκε χαμογελώντας, κυρίως απατεώνες που συλλέγουν συνδρομές μέσω διαδικτύου για να κάνουν «φιλανθρωπικό τουρισμό». Γνώρισε ακόμη και έναν που του αποκάλυψε πως είναι το μόνο μέλος της οργάνωσης του με έδρα τη Μεγάλη Βρετανία!!! Είχε έρθει να βοηθήσει την κατάσταση αλλά όπως κατάλαβε μάλλον ο ανομολόγητος σκοπός του ήταν τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα. Αλλά πάλι δεν έπρεπε να κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια. Ο καθένας με την πείνα του.
         
Η αλλαντική τοξίνη που θα ανακάτευε θα έκανε τη δουλειά του.
Ήταν κατάκοπος αλλά ευτυχής. Είχε πνίξει δώδεκα άτομα (τα είχε σημειώσει με λεπτομέρεια) στους δύο μήνες που «έσωζε» κόσμο όμως ο τρόπος που το έκανε ως τώρα ήταν εξουθενωτικός. Πριν αποκοιμηθεί σκέφθηκε πως αύριο από τα χαράματα θα «εμπλούτιζε»  με ένεση τα σφραγισμένα μπουκαλάκια με το νερό, που θα μοίραζε με το βρετανό φίλο του, στους πρόσφυγες που θα έβγαιναν στην παραλία κουρασμένοι και διψασμένοι. Η αλλαντική τοξίνη που θα ανακάτευε θα έκανε τη δουλειά του και μάλιστα πιο αποτελεσματικά, πιο επώδυνα για τα θύματα και κυρίως με ασφάλεια για τον δήμιο καθώς κανένας δεν έκανε πια νεκροψίες στο πολιορκημένο νησί. Το σημαντικότερο ήταν πάντως πως θα έκανε το έργο του πιο ξεκούραστο, και ένας Θεός ξέρει πόσο είχε ανάγκη από ανάπαυση. Όχι όμως και από εγκληματική ραθυμία. Κοιμήθηκε γλυκά και χωρίς όνειρα. Ήταν ξεθεωμένος.

Ιωάννης Μπαχάς


Θεσσαλονίκη, 21/9/2016. 


       

Το παραπάνω διήγημα δημοσιεύτηκε στην συναρπαστική ιστοσελίδα Λογοτεχνίας Τρόμου και Φανταστικού Nyctophilia τον περασμένο Οκτώβριο στη Στήλη "Your Nightmares" και μαζί με άλλες εξαιρετικές ιστορίες κάτω από τον τίτλο "The salty tasty of Horror". Ανταποκρίθηκα στην πρόκληση να στείλω μια ιστορία "υδάτινου τρόμου" και είχα την τιμή να την δω δημοσιευμένη. Ομολογώ όμως πως την ώθηση να αναπτύξω αυτή την ιδέα, που υπέβαλα με την μορφή ιστορίας 120 λέξεων στην ιστοσελίδα 120 Λέξεις, μου την έδωσε ένας σχολιαστής της που μου πρότεινε να την επεκτείνω σε διήγημα ή και νουβέλα. Τον ευχαριστώ για την παρακίνηση.  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου