Τρίτη 15 Μαρτίου 2016

Διήγημα: Αχτίδες στο σκοτάδι

Αχτίδες στο σκοτάδι

Διήγημα της Δήμητρας Σιδηροπούλου

      Η νέα συνεργάτιδα μας, Δήμητρα Σιδηροπούλου, είναι μια νέα εξαιρετικά δυναμική γυναίκα που συνδυάζει την ανατροφή των τριών παιδιών της, την επαγγελματική δραστηριότητα και τις πανεπιστημιακές σπουδές με επιτυχία ενώ βρίσκει τον χρόνο και καλλιεργεί με ζήλο και ευαισθησία το χάρισμα της δημιουργικής γραφής. Είναι δόκιμο μέλος της δραστήριας Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος και έχει διακριθεί σε διαγωνισμούς λογοτεχνίας με σημαντικότερο, έως σήμερα, τη βράβευση της στον Διαγωνισμό «Ποίησης και Δημιουργίας» το 2015, όπου το διήγημα της κατέκτησε βραβείο μεταξύ χιλίων συμμετοχών. Μας εμπιστεύτηκε τα κείμενα της και σήμερα παρουσιάζουμε ένα από αυτά. 

«Αχτίδες στο σκοτάδι»

     Διήγημα για την έκδοση νέων συγγραφέων που παρακολούθησαν τα μαθήματα δημιουργικής γραφής του κυρίου Γιώργου Σανιδά.

   
"Όλα έμοιαζαν ιδανικά..."
Όλα έμοιαζαν ιδανικά στη νέα τους κατοικία η οποία συναντούσε κατά γενική παραδοχή το άπιαστο, το παραδεισένιο ειδυλλιακό περιβάλλον. Εκπλήρωνε τους κρυφούς τους πόθους, τους βαθύτερους της ψυχής που στοχεύουν ψηλά στο ωραίο. Εκεί ήταν το ευάερο και ευήλιο σπιτικό τους χτισμένο σε μια ωραία περίοπτη θέση με καταπληκτική θέα. Εκεί ξεκίνησαν τη ζωή τους ο Πέτρος και η Σοφία, δύο νέα παιδιά με πολλά όνειρα, όπως όλα τα νιόπαντρα ζευγάρια που πέτυχαν τον αυτοσκοπό της ζωής όπως έγινε ο γάμος άσχετα με το πώς καταλήγουν τελικά οι πολύπλοκες ανθρώπινες σχέσεις. Είναι όμως για όλους έτσι με ατυχής κατάληξη ή μερικοί τη σώζουν δίνοντας καθημερινές μάχες με το πεπρωμένο; Οι γέροντες λένε όταν διαλύεται ένα σπίτι φταίει μόνο ο εγωισμός, οι δικαιολογίες είναι ανθρώπινες επινοήσεις που περιτυλίγουν αυτόν τον τοίχο που ορθώνει ανάμεσα στα ζεύγη. Η αλήθεια είναι ότι οι σημερινοί νέοι είναι βομβαρδισμένοι με πληροφορίες,
Internet, έχουν όλα τα κλειδιά που ξεκλειδώνουν την ευτυχία, τους απομονώνουν και τους στερούν την δια ζώσης επικοινωνία. Ένα όμως κλειδί  κλειδώνει την ευτυχία μέσα στο σπίτι, η ταπεινή αγάπη. Αν δεν έχεις αυτήν όσα άλλα αγαθά και να αποκτήσεις τα παίρνει όταν φύγει μαζί της.

    Ο Πέτρος και η Σοφία απέκτησαν δύο πανέμορφα παιδιά, που αντάμειψαν τους κόπους τους και ήταν ιδιαίτερα χαρισματικά, από αυτά που δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα ευεργετηθεί ένας γονιός να αποκτήσει. Μεγάλωναν με όλα τα καλούδια, αλλά η παιδεία των γονιών τα εφοδίαζε με γερές βάσεις ώστε να μην γίνουν πλεονέκτες ή υπερόπτες, αλλά αντίθετα μέρα με τη μέρα είχαν και πιο ενισχυμένη την κοινωνική συνείδηση, την προσφορά στο συνάνθρωπο. Από μικρά ζητήματα καθημερινότητας, να βοηθήσουν τις ηλικιωμένες κυρίες, μέχρι να μην επιβαρύνουν την οικογένειά τους με ευθύνες στα διαβάσματα και να λειτουργούν σαν χρήσιμα άτομα.  Ήταν πολύ μικρά τότε ακόμη που ρωτήθηκαν τι τους άρεσε στη γιορτή και είπαν όλα τα παιδάκια, γιατί όλα κάμαν κόπο. Αιφνιδίαζαν κάθε φορά με τη μεγαλοψυχία τους γονείς και δασκάλους που ένιωθαν περήφανοι για αυτά.
   
"Άνοιξε τον φάκελο και ...."
Ήταν ένα αυγουστιάτικο απόγευμα, όταν έφτασε στο σπίτι η κρυφή ειδοποίηση, που θα άλλαζε και θα τάραζε την ήρεμη ζωή τους. Η Σοφία υποδέχτηκε τον ταχυδρόμο με ένα πλατύ χαμόγελο, από αυτό που συνήθιζε να χαρίζει στον κόσμο μέσα από τη ζεστή καρδιά της. Άνοιξε τον φάκελο και διάβασε με προσοχή τον αποστολέα, ύστερα το περιεχόμενο, ενώ χλώμιασε και όταν το τελείωσε ήταν έτοιμη να καταρρεύσει. Έκκληση για αποδοχή πατρότητας, έλεγε με πατέρα ποιον, τον δικό της άντρα με τον οποίο είχε ονειρευτεί, είχε ζήσει είκοσι χρόνια γάμου με χαρές και λύπες με δοκιμασίες που ξεπερνούσαν κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου. Και τώρα να μάθει ότι αυτός ζούσε έναν άγνωστο παράλληλο βίο; Φαίνεται η μοίρα της έπαιζε ένα παιχνίδι αντοχής που καλούνταν να πάρει μια απόφαση ζωής. Η ζωή την καλούσε να φερθεί με ψυχραιμία, σύνεση. Όχι, όχι, θα έχανε την ανωτερότητά της, θα πήγαινε να την βρει, να ζητήσει εξηγήσεις… Και γιατί να τα βάλει με την ξένη γυναίκα; Ο άντρας της είχε δεσμούς με την οικογένειά του, για αυτόν την ένοιαζε, αυτός είχε την ευθύνη. Μα, η απιστία έλεγε είναι το πιο ανήθικο πράγμα, ανήθικο στον εαυτό σου, ανήθικο στον άνθρωπο που έχεις δίπλα σου που μόνος-η σου τον διάλεξες, δεν σου τον έδωσαν με το ζόρι. Αν τον αναιρείς αντικαθιστώντας τον, είναι σαν να διαψεύδεις το είναι σου, τη δική σου επιλογή, τον εαυτό σου. Αν κάτι δεν σου αρέσει στη συμπεριφορά του άλλου, πρέπει να αγωνιστείς να το βελτιώσεις, όχι να κλείσεις τα μάτια και να πας στην εύκολη λύση. Αυτά θα του έλεγε, αλλά ήταν πολύ μπερδεμένη τώρα, ποιαν απόφαση να πάρει, ποιον δρόμο να ακολουθήσει, το μονοπάτι της λογικής που της υπαγόρευε να μη το συγχωρέσει ή το μονοπάτι του συναισθήματος να το υποστεί και να αναζητήσει τα βαθύτερα αίτια; Γιατί άραγε να γίνει αυτό σε αυτή την κοινή τους πορεία; Μήπως είχε και η ίδια μερίδιο ευθύνης, μήπως είχε παραμελήσει τον Πέτρο τον τελευταίο καιρό, γιατί ασχολούνταν με την επιμέλεια των παιδιών και δούλευε πολλές ώρες ή τουλάχιστον έτσι αισθανόταν εκείνος; Αν έφταιξε αυτό, τότε θα έπρεπε να φανεί διαλλακτική. 
      Τις σκέψεις της διέκοψε το κλειδί στην πόρτα. Γύρισε ο Άντρας της. Τον κοίταξε στα μάτια και αυτός μόλις κατάλαβε την αμηχανία της και την πλησίασε,  της έπεσε  το γράμμα από τα χέρια. Ο Πέτρος το σήκωσε και ευθύς κατάλαβε το λόγο της αναστάτωσής της. Γιατί Πέτρο, αναφώνησε η Σοφία, με τρεμάμενη φωνή; Τι δεν έκανα καλά; Η καλοσύνη της τον αφόπλισε για άλλη μια φορά. Αυτή η μεγαλοψυχία της κάτι τέτοιες ώρες τον απογύμνωνε από συναισθήματα, τον έκανε να νιώθει τόσο ασήμαντος. Ίσως τελικά αυτό έφταιγε, το ότι εισέπραττε την ανωτερότητά της Σοφίας και ένιωθε πολύ λίγος δίπλα της. Αυτή δεν ήταν γυναίκα, αγία ήτανε. Δεν θύμωνε ποτέ, δεν κριτίκαρε κανέναν και τίποτε, άνθρωπος δεν είχε ακούσει από το στόμα της κακιά κουβέντα. Όλα για κάποιο λόγο που δεν ξέρουμε έλεγε τα επιτρέπει ο Θεός και όλα τα δικαιολογούσε. Άντε να τα βάλει με τέτοιο μεγαλείο ο Πέτρος, ούτε τον ανθρώπινο θυμό του μπορούσε να εκδηλώσει, αφού τον καταλάγιαζε με τη σοφία και την ψυχική της γαλήνη. Αυτός ήθελε κάτι πιο γήινο, να τσακωθεί, να τον εξοργίσει, να ανταλλάξουν και δύο κουβέντες βαριές, να νιώσει άντρας. Με  τη Σοφία δίπλα του που ήταν ένα βαθιά θρησκευόμενο άτομο, αυτά μετατρέπονταν σε συνήθειες για τους κοινούς θνητούς. Η αντιμετώπισή της δεν άφηνε περιθώρια για εκρήξεις έντασης, η αγάπη της σκέπαζε τα πάντα. Αυτήν έδινε απλόχερα σε όσους βρέθηκαν στο διάβα της και αυτό δεν περιοριζόταν στα οικογενειακά πλαίσια, αλλά διαχέονταν  σε γνωστούς, φίλους, συγγενείς, φτωχούς, ηλικιωμένους, υποστήριζε κάθε φιλανθρωπικό σκοπό και αποκαθιστούσε κάθε κοινωνικό πρόβλημα που περνούσε από το χέρι της. Όπως πρόσφατα, όταν της τηλεφώνησε η φίλη της η Ελένη και της είπε πανικόβλητη, το παιδί μου έμπλεξε, Σοφία, δεκαπέντε χρονών αγοράκι είναι στο κρατητήριο. Τον έπιασαν για ναρκωτικά, τι θα κάνω η άμοιρη; Η Σοφία ήξερε πως είμαστε όλοι στα χέρια του Θεού και πως οι δοκιμασίες που μας στέλνει ο Θεός είναι επισκέψεις του, που ακόμα κι αν δεν μπορούμε στη φάση της συντριβής μας να κατανοήσουμε την αιτία τους, αργότερα αυτή αποκαλύπτεται και τότε ενδυναμώνουμε, γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι, πιο ώριμοι και προσγειωμένοι, πιο συγκροτημένοι. Η Σοφία την καθησύχασε, και βοήθησε το παιδί με υπομονή, αγάπη, διάλογο και επικοινωνία που του έλειπαν να επανέλθει στο δρόμο της σύνεσης κι ας παραστράτησε, ήταν μικρός και είχε κάθε δικαίωμα να ονειρευτεί. Κανείς δεν θα κατέστρεφε τα όνειρά του πλέον, γιατί η Σοφία του έμαθε εκείνο το μεγάλο μυστικό της ζωής: ότι μας συμβαίνουνε όσα επιτρέπουμε εμείς να μας συμβούν. 
      Την άλλη φορά η φίλη της η Βασιλική είχε παράπονα από τον άντρα της, η Σοφία την άκουγε με καρτερικότητα και ζεστασιά. Κάποια στιγμή που το παράκανε με τις κατηγόριες και η Σοφία δεν τα ήθελε αυτά της είπε: Πόση ευθύνη έχει ο άντρας σου, το ενενήντα τοις εκατό, είπε αυτή. Ωραία, άλλαξε εσύ το δέκα της εκατό που σου αναλογεί και τότε θα αλλάξει και αυτός το ενενήντα. Άναυδη η Βασιλική, είχε εμπιστοσύνη στη φίλη της και ας φαίνονταν σκληρά τα λόγια της, πάντοτε έβγαιναν αληθινά. Ο σοφός ο άνθρωπος της έλεγε μαθαίνει από τα λάθη των άλλων, ο κουτός από τα δικά του.
      Πάντα την συμβουλεύονταν οι φίλες και το περιβάλλον της, γιατί ήξεραν την ανιδιοτέλεια, την ειλικρίνεια ψυχής που τη διακρίνει, από αυτά τα χαρίσματα που εξυψώνουν τον άνθρωπο στην ανώτερη εκδοχή της φύσης του, την ευγένεια, την απλότητα  και την ανθρωπιά, ειδικά όταν τα διαθέτει προς κοινή χρήση και όχι προσωπική ανέλιξη. Προτεραιότητά της ήταν πάντα η οικογένεια και λάτρευε τα παιδιά της, τα οποία μεγάλωσε με αφοσίωση και ευλαβική αγάπη. Αυτά μάθαιναν όχι από τις τιμωρίες, όπως κάνουν ή απειλούν οι υποτιθέμενες πειθαρχημένες οικογένειες, αλλά διορθώνονταν από ένα βλέμμα της και μόνο. Αυτό ήταν αρκετό, το ένιωθαν και η καλοσύνη της τους έκανε να συναισθανθούν το λάθος τους, γιατί εντυπωσιάζονταν και αυτά από το μέγεθος της αγάπης που όλα τα υπέμενε και τα συγχωρούσε.
       Τώρα όμως η γυναικεία φύση της αισθανόταν προδομένη, δεν την ένοιαζε η σύγκριση, ποτέ της δεν ζήλεψε τίποτα από κανένα, γιατί είχε την αυτογνωσία της και ήξερε πως ο καθένας ότι έσπειρε, θερίζει, θα έπαιρνε ότι του αξίζει. Αυτό της άξιζε; Μια  εξαπάτηση, μια παράλληλη κρυφή σχέση που θα έφερνε στο φως μια νέα ζωή που δεν έφταιγε σε τίποτα να μεγαλώσει σε μια προδιαγεγραμμένη μοίρα δύο ανώριμων ανθρώπων και να κουβαλάει το δικό τους αμάρτημα; Τότε, ένιωσε τη φώτιση πως θα το διαχειριστεί, έτσι όπως έλυνε όλα της τα προβλήματα, με αγάπη που ήταν ο γιατρός των πάντων, το βάλσαμο της ψυχής. Αυτές οι σκέψεις ήταν οι αχτίδες στο πρόσκαιρο σκοτάδι, που επισκίασε αυτές τις ημέρες την ψυχή της και την βασάνισε, γιατί παρόλο που είχε πληγωθεί, δεν την ένοιαζε για αυτήν, αυτή ποτέ δεν λειτούργησε με εγωισμό.
Δεν θα άλλαζε τις αρχές της για την απερισκεψία των άλλων.       
      Έμαθε όλα τα στοιχεία αυτής της γυναίκας που είχε εισβάλλει στη ζωή τους, πήγε την βρήκε. Εκείνη άνοιξε την πόρτα με τη δειλία και το αίσθημα ενοχής που κρύβει η ψυχή που έχει αμαρτήσει, η Σοφία την κοίταξε με το χαμόγελο και την καθαρότητα που είχε η αγνή και δυνατή της ψυχή, στάθηκε απέναντί της ως άνθρωπος προς άνθρωπο, όχι ως γυναίκα, αυτήν την ιδιότητα επέλεξε να μην την αφήσει να βγει στην επιφάνεια. Το παιδάκι που φέρατε στον κόσμο με τον άντρα μου είπε, πρέπει να αναγνωριστεί. Ο άντρας μου θα αποδεχτεί την πατρότητά του, είναι το λιγότερο που μπορεί να επωμιστεί για αυτή τη νέα ψυχή που ήρθε στη ζωή και έχει δικαίωμα να ζήσει με αξιοπρέπεια και να μην στιγματιστεί σαν νόθο. Πάρε και αυτά τα ρουχαλάκια, είναι ολοκαίνουρια, δώρα των παιδιών μου, θα σου χρειαστούν, και ότι άλλο χρειαστείς θα είμαι δίπλα σου.
     Η γυναίκα έπεσε στα πόδια της και άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Είστε πράγματι πολύ μεγαλόψυχη, είχε δίκιο ο άντρας σας, δεν μπορούσε να σας βρει ψεγάδι και αυτό τον έκανε να φερθεί αλλόκοτα. Θα ήταν πιο όμορφη η κοινωνία αν είχε τέτοιους ανθρώπους όπως εσείς, χωρίς εγωισμό, είστε η ίδια σας αχτίδα στο σκοτάδι της ζωής, του πνευματικού σκότους που βιώνουμε οι σύγχρονοι άνθρωποι και μας κρατάει δέσμιους σε ευτελείς συμπεριφορές, στον εκφυλισμό και την παραβίαση των ηθικών αρχών, των θεσμών και των αξιών της κοινωνίας που εμείς οι ίδιοι καταστρέφουμε. Η Σοφία, της έσφιξε το χέρι και έφυγε με ανάλαφρη καρδιά, απαλλαγμένη από μικρότητες με χαρά και ηρεμία. Εξάλλου εκεί ανήκε και δεν θα επέτρεπε να της κάνουν κάτι που δεν το ήθελε, ήξερε ότι οι άλλοι μας κάνουν όσα τους επιτρέπουμε εμείς να μας κάνουν.
Δήμητρα Σιδηροπούλου
26/02/2015

1 σχόλιο:

  1. +Σε ευχαριστώ αγαπητέ φίλε Γιάννη για την τιμή της φιλοξενίας στην ιστοσελίδα σου!Το συγκεκριμένο σύντομο διήγημα δημιουργήθηκε ως άσκηση στα πλαίσια μαθημάτων δημιουργικής γραφής και τελικά ακολούθησε άλλη πορεία.Αυτό μαζί με άλλα δύο ανάλογου μεγέθους θα συμπεριληφθούν σε μια έκδοση συλλογικής συμμετοχής που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ανάτυπο πριν το Πάσχα!Θα χαρούμε να είστε στην παρουσίαση εσύ και οι αναγνώστες -φίλοι της όμορφης σελίδας σου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή